17.11 Επέτειος

Αφορισμός: Κάθε επέτειος είναι μνημόσυνο.

Δεν είναι τελείως σωστό, ούτε όμως συνιστά λάθος διατύπωση. Προσπαθώντας να απαντήσουμε τι είναι μία επέτειος, θα την ορίζαμε ως μία θεσμισμένη ημέρα μνήμης. Η πρώτη και μεγάλη αντίφαση έρχεται και είναι γνωστή σε πολλούς, αλλά θα μείνουμε προς το παρόν σην ανάλυση του όρου της μνήμης. Η μνήμη ως τέτοια, λειτουργεί από τη μία ως ιδεολογική καθοδήγηση, η οποία νοηματοδοτείται διττά: Αφενώς από το γεγονός το ίδιο, αφετέρου και κύρια όμως από την επεξεργασία του, δηλαδή τη σημασία που λαμβάνει το ίδιο το γεγονός μετά την ιδεολογική του επεξεργασία. Στην περίπτωσή μας (Πολυτεχνείο), αυτή έχει δύο άξονες ελκυστικούς, δύο ιδεοτυπικές αναφορές. Όλως παραδόξως και οι δύο είναι καθεστωτικές. Η μία, η κρατική (με πολλά θαυμαστικά), είναι αυτή της αντίστασης στον ολοκληρωτισμό. Η λεγόμενη περίπτωση της μυθολογίας του Πολυτεχνείου. Η δεύτερη, είναι η αναφορά της μη αναγκαιότητάς της με βασικό στοιχείο της το γεγονός ότι η γιορτή κάθε άλλο παρά αντι-ολοκληρωτική είναι. Ο λόγος, προφανής. Σε μία κοινωνία που κυβερνάται κυρίως από τους ίδιους τους συμμετέχοντες στην κατάληψη του Πολυτεχνείου (με την όποια ιδεολογική τους εξέλιξη ή/και μετάλλαξη κατά την πάροδο των χρόνων) και τους ιδεολογικούς τους συγγενείς, δεν είναι δυνατόν να αναφερόμαστε ως κοινωνία στην αναγκαιότητα της αντίστασης στον ολοκληρωτισμό και να το πράττουμε υπακούοντας μία από τα πάνω εντολή (βλέπε διακοπή λειτουργίας τμήματος του κρατικού μηχανισμού). Είναι μία εν γένει αντίφαση.

Αποτελέσματα επετείου:

Ας ξεκινήσουμε από το εθιμοτυπικό της θεσμισμένης γιορτής, για να φτάσουμε στο μήνυμα. Διακρίνεται σε:

1) Γιορτή στο σχολείο.
Παιδιά που μαθαίνουν ποιήματα και τα απαγγέλουν, είτε σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες, είτε (συνηθέστερα), στον χώρο της πρωϊνής προσευχής. Το σημαινόμενο που λαμβάνουν τα παιδιά, είναι αυτό της γιορτής. Όχι λόγω κατανόησης του όποιου νοήματος θέλει ο κρατικός μηχανισμός να αποδώσει στην επέτειο, αλλά λόγω της απώλειας διδακτικών ωρών. Περισσότερος χρόνος για να κατεβάσουν τους διακόπτες της υψηλής έντασης εκμάθησης πάσης φύσεως πληροφορίας. Καιρός για ηρεμία. Πρόσημο για το μύνημα του κρατικού μηχανισμού, όλως παραδόξος θετικό. Γιατί εγγράφεται στην ανάμνηση του παιδιού, ως επέτειος χαλάρωσης, ηρεμίας, μείωσης της έντασης του εξαναγκασμού της μάθησης (εκτός κι αν λες το ποίημα).

2) Αργία στα ιδρύματα ανώτερων σπουδών και η ιδιαιτερότητα της πολυτεχνικής σχολής.
Το πόσοι παρακολουθούνε τα μαθήματα, είναι ένα ζήτημα. Το πόσοι και ποιοι πηγαίνουν όμως στην ημέρα της επετείου εκεί, είναι το σημαντικό για την περίπτωσή μας. Αυτοί χωρίζονται σε:

α) Αριστερούς φοιτητές (με την έννοια της Αριστεράς και εδώ και σε όλες τις αναφορές μου περιλαμβάνω και την άκρα και τους αναρχικούς, σύμφωνα με το γεμανικό μοντέλο), που φωνάζουνε αντικαθεστωτικά συνθήματα και λειτουγούν στα όρια της αποδοχής και της ανοχής του καθεστώτος (άλλοτε εντός και άλλοτε εκτός, άλλοτε με οργανωμένες πορείες – γνωστές και ως «πορείες – πασατέμπο, από το τραγούδι του Ο. Περίδη – άλλοτε με οργισμένες και εξίσου αναμενόμενες εξεγερτικές τάσεις – που υποχωρούν και ενάντια στις ενδεχόμενες προσδοκίες των συμμετεχόντων στο επίσης εθιμοτυπικό σόου του δελτίου των οκτώ). Σε κάθε περίπτωση, συνεχίζει αυτή η επέτειος και οι πορείες της να σφυρηλατεί συνειδήσεις. Εντελώς τραχειά και πρωτόγονα, καθώς εγγράφεται στο πλαίσιο των εμπειριών που συγκροτούν το πρωτογενές υλικό της ταυτότητας αντίστασης. Σήμερα, με την απόλυτη κυριαρχία του συστήματος, η συμμετοχή τους σημαίνει πρόσπερμα αμφισβήτησης. Όχι  όμως πλήρη, συνειδητή και μετωπική σύγκρουση με το σύστημα.

β) Δεξιούς φοιτητές, που μολονότι έρχονται σε αψιμαχίες με μερίδα των αριστερών, θεωρούμενοι από τους τελευταίους ως συνεχιστές της πολιτικής παράδοσης της δικτατορίας (παράδοση που οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν διαστάζουν να την εξωτερικεύσουν με την πίστη τους στο τρίπτυχο-ορόσημο της δικτατορικής ιδεολογίας), καταθέτουν στεφάνι για να δείξουν την πίστη τους στο καθεστώς. Απόλυτα συνεπής στάση υπακοής στο καθεστώς. Η ένταση της καταπίεσης του κρατικού μηχανισμού διαφοροποιήθηκε με τον καιρό και με την πτώση της δικτατορίας, αλλά το τελετουργικό από μόνο του, μία προφανής τοτεμική παράδοση (γι’ αυτό και αναχρονιστική) όπου το σύμβολο-άγαλμα γίνεται δέκτης προσφορών, συνάδει απόλυτα με τα πιστεύω που έχει ένας θρησκευόμενος, ένας (μελλοντικός) οικογενειάρχης, ένας πατριώτης. Η ουσία είναι εκεί. Το ίδιο και η αναπαραγωγή του συστήματος.

γ) Διάφοροι αγωνιστές της εποχής, εκπρόσωποι όλων των κοινοβουλευτικών και της συντριπτικής πλειοψηφίας των εξωκοινοβουλευτικών κομμάτων, που περνάνε από τον χώρο του μυθικού για ν’ αφήσουν τα στεφάνια τους. Εδώ έρχεται και η αποκάλυψη της εν γένει αντίφασης της επετείου. Μνημείο  και στεφάνια αποδίδονται στους νεκρούς. Πέρα όμως από τους νεκρούς του Πολυτεχνείου, της νύχτας από τις 16 στις 17 Νοεμβρίου του 1973, ο συμβολισμός του νεκρού κατοικεί πλέον και την ίδια την έννοια της αγωνιστικότητας, όπως αυτή νοηματοδοτείται από την τελετή. Ο αγώνας για αλλαγή και μείωση της έντασης της καταπίεσης μίας μη τυπικά εκλεγμένης κυβέρνησης μιας περιφερειακής χώρας στον καιρό του ψυχρού πολέμου έχει μεν τη σημασία του. Όμως, από τη στιγμή που η αλλαγή που ήρθε, από τη μία δεν ήταν αποτέλεσμα  της δικής του ύπαρξης (η δικτατορία των συνταγματαρχών έπεσε από την ήττα στον πόλεμο της Κύπρου και όχι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου) και από την άλλη δεν επέφερε τις από αυτούς επιδιωκόμενες αλλαγές, δεν σχετίζεται με το ίδιο το γεγονός. Σχετίζεται σίγουρα με τις προσπάθειες αφήγησης μίας συνέχειας του συστήματος, όπου οι εστίες αντίστασης μεγενθύνονται, προκειμένου να δείξουν μία παλλαϊκή αντίσταση, που δεν υπήρξε ποτέ. Οι αγωνιστές δεν ήταν παρά ελάχιστοι φοιτητές. Όσοι δεν πήγαν στα ξερονήσια, έφυγαν νύχτα για το εξωτερικό. Αυτοί που έμειναν συνέχισαν την καθημερινότητά τους, έχοντας απλά εντονότερο (στον ίδιο βαθμό πάντα σε σχέση με την μετεμφυλιακή Ελλάδα) το συναίσθημα του φόβου. Ο λαός ήταν απών. Και οι λίγοι που βγήκαν μπροστά (εντός κι εκτός επικράτειας), έγιναν  οι ιδεολογικοί ταγοί της επόμενης, μισοσκότεινης, μέρας.

Τα αιτήματα του τότε, σήμερα

Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία, ήταν το τρίπτυχο των αιτημάτων. Για Ψωμί στην γενιά των  μακροχρόνια άνεργων και των ανασφάλιστων με τα 500 ευρώ το μήνα του σήμερα, ούτε λόγος. Για Παιδεία, για το 15% μάλιστα του ΑΕΠ όπως ήταν το τότε αίτημα της αγωνιζόμενης κοινωνίας, στην εποχή της  μεγάλης οικονομικής κρίσης και της εσωτερικής «περικοπής των κονδυλίων» (sic), πάλι δεν μιλάς. Οπότε τι μένει; Η Ελευθερία. Την ελευθερία του αγράμματου και του σε αυτογνωσία πένητα (δεν θέλει γνώσεις επιπέδου για να δεις ότι δεν βγαίνεις), δεν την έχει γνωρίσει κανείς. Ίσως, με διάφορα λογοπλαστικά τρυκ ή την αποδοχή του στωϊκισμού να είναι η κατάκτησή της δυνατή. Συνεπώς, αυτό που μένει, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την τελετουργία καθαγιασμού του τώρα ως αντανάκλαση του ηρωϊκού, πλην όμως μάταιου, τότε.

Η προ ημερών σύλληψη του εκφωνητή του Πολυτεχνείου, κ. Παπαχρήστου, προκάλεσε ένα παράλογο σοκ. Έπρεπε όμως να είναι αναμενόμενο.

συνεχίζεται…